Ο πεύκος μας
Τούτος ο πεύκος είναι το σύμβολο του χωριού μας. Είναι το σήμα κατατεθέν του Αγίου Θεοδώρου (Σολέας). Δεν υπάρχει κάτοικος του χωριού – μικρός ή μεγάλος- άνδρας ή γυναίκα που να μην κάθισε, να μην έπαιξε να μην γέλασε η να μην έκλαψε κάτω από τούτο το ευλογημένο δέντρο.
Αν μπορούσε ,τούτος ο πεύκος να μιλήσει και να μας πει όσα είδε, όσα άκουσε κι όσα έζησε μαζί με τους χωριανούς μας και όχι μόνο, θα μπορούσαν να γραφτούν τόμοι ολόκληροι, τόσο για την ιστορία του τόπου και του χωριού όσο και για την κοινωνική την πολιτιστική και γενικά την όλη ζωή των κατοίκων του.
Πρώτα –πρώτα θα πρέπει να πούμε ότι τούτος ο πεύκος ούτε μεγαλώνει ούτε μικραίνει. Έτσι τον θυμούνται οι παππούδες μας κι οι προπάπποι μας έτσι απαράλλαχτα τον θυμούμαστε κι εμείς, Τόσο που αναρωτιόμαστε αν βλάστησε κάποτε μικρό και τρυφερό δεντράκι ή αν κάποιο θαύμα της φύσης τον έφερε και τον τοποθέτησε όπως τον βλέπετε εδώ στην ερημιά.
Κι όπως ήταν κάποτε το μοναδικό δέντρο του λόφου και γύρω ολόγυρα ήταν τ’ αλώνια του χωριού φανταστείτε τι γινόταν το καλοκαίρι και ειδικά τον μήνα Ιούλιο που όλοι οι χωριανοί ασχολούνταν με το αλώνισμα και το ανέμισμα του σιταριού και του κριθαριού. Κατά το μεσημέρι θα’ βλεπες στη σκιά του, βόδια, γαϊδούρια, σκύλους κι ανθρώπους κάθε ηλικίας να ξεκουράζονται να τρώνε να δροσίζονται και ν’ αστειεύονται μέχρις ότου να ξαναρχίσουν τη δουλειά τους. Μα κι ο διαβάτης κι ξένος κι ο μικρός κι ο μεγάλος κι όποιος ,τέλος πάντων, αναζητούσε μια σκιά μέσα στην κάψα του καλοκαιριού ,εδώ θα την εύρισκε. Λέγαμε ο πεύκος κι αναγάλλιαζε η ψυχή μας.
Ύστερα ο πεύκος ήταν το σημείο αναφοράς μικρών και μεγάλων. Πού θα συναν5τηθούμε για να παίξουμε έλεγαν τα παιδιά. Μα πού αλλού; Στον πεύκο!
Πού θα βρεθούμε για να συζητήσουμε το τάδε θέμα, να οργανώσουμε την τάδε γιορτή; Έλεγαν οι νέοι. Μα πού αλλού στον μεγάλο πεύκο.
Κι αλήθεια κάτω απ’ αυτόν τον πεύκο συζητήθηκαν πολλά θέματα κοινωνικά, οικονομικά θρησκευτικά και πάρθηκαν σοβαρές αποφάσεις. Εδώ στη ρίζα του, δόθηκαν όρκοι πίστεως μεταξύ ερωτευμένων ,μα δόθηκαν και όρκοι στον αγώνα για λευτεριά της πατρίδας. Δεν θα ξεχάσω που το 1964 , με την τουρκανταρσία κάτω από τον πεύκο οι νέοι του χωριού έστησαν το ένα από τα δυο καραούλια για να προστατεύσουν το χωριό από πιθανή τουρκική επίθεση πίστεως.
Το άλλο παρατηρητήριο-καραούλι ήταν στο έμπα του χωριού , κοντά στον Δασικό Σταθμό. Εδώ το 1974 με την Τουρκική εισβολή και την προσφυγιά, πρόσφυγες και μανάδες των στρατευμένων παιδιών του χωριού μαζεύονταν για να πουν τους καημούς και τις έγνοιες τους και να κλάψουν για τα χαμένα χωριά τους.
Γύρω, όμως, από τον πεύκο μας διαδραματίστηκαν και οι πιο χαρούμενες γιορτές και διασκεδάσεις των χωριανών μας. Οι σήκωσες ,τα καρναβάλια , η καθαρή Δευτέρα έχουν να θυμούνται πράματα και θαύματα που έγινα σ’ αυτή την περιοχή του πεύκου. Κι αλήθεια, πώς να ξεχάσω σαν ήμουν πάνω- κάτω 10 χρονών τον μακαρίτη Γιάννη Πουρκούρη, μασκαρεμένο σε «μαμμού» να προσπαθεί να ξεγεννήσει κάποιον άλλο άντρα μασκαρεμένο σε ετοιμόγεννη, ν’ ακούγονται οι κραυγές της ετοιμόγεννης και οι φωνές της «μαμμούς», «σφίκτου ,σφίκτου» κι ο κόσμος γύρω να γιουχαΐζει, να παραληρεί και να γίνεται το σώσαι!
Σήμερα γίνεται προσπάθεια από το νέο κοινοτικό συμβούλιο ώστε ο πεύκος να κηρυχθεί προστατευόμενος και να γίνει ξανά ο χώρος εκεί κέντρο συνάντησης των χωριανών όπως ήταν παλαιότερα!
Μονοπάτι της Φύσης
Το μονοπάτι Ασίνου – Άγιος Θεόδωρος ανήκει στο βαθμό δυσκολίας 2, είναι γραμμικό με μήκος 5,6 χιλιόμετρα. Η αφετηρία του βρίσκεται στην εκκλησία της Παναγίας Ασίνου και το τέρμα του στο χωριό Άγιος Θεόδωρος. Ο χρόνος περπατήματος του υπολογίζεται στις 2,5 ώρες.
Ξεκινώντας κάποιος από το χωριό στην ανατολική του πλευρά, περνά μέσα από τους πανέμορφους και καταπράσινους λόφους της Παλιοσποράς, κόβει στη μέση το δασωμένο βουνό του Φαρακλού (Καραφλού ή Φαλακρού), απ’ όπου μπορεί ν’ αγναντέψει τον κάμπο και τα χωριά της πεδιάδας της Μόρφου, ως κάτω στη θάλασσα του Ξερού κι ως πέρα στον Πενταδάκτυλο και το ακρωτήρι του Κορμακίτη. Στις καθαρές μέρες το μάτι σου μπορεί να ξεκαθαρίσει στο βάθος και τα βουνά της Καραμανιάς (Ταύρος και Αντίταυρος) της Τουρκίας. Από εδώ ,εύκολα ο επισκέπτης, μπορεί να σκαρφαλώσει στο Ιερό βουνό του Δία («Μούττη του Δκιά»)ή να προχωρήσει χαμηλά, προς τη Βυζαντινή Εκκλησία της Παναγίας της Φορβιώτισσας στην Ασίνου, που κι αυτή θυμίζει την πανάρχαια ιστορία του τόπου μας.
Ο επισκέπτης, ειδικά το Φλεβάρη μπορεί να θαυμάσει εκτός των άλλων και τις ανθισμένες αμυγδαλιές. Το τοπίο είναι μαγευτικό κι αν τύχει μάλιστα να είναι και χιονισμένο το χωριό πράγμα όχι σπάνιο θα διερωτάται κανείς αν οι νυφούλες οι αμυγδαλιές που σκαρφαλώνουν στις πλαγιές και στους λόφους μέχρι το πευκοδάσος κι ανακατεύονται μάλιστα με τα πεύκα, στόλισαν με χιόνια ή με άνθη τα μαλλιά τους.
Παρόμοια μονοπάτια της φύσης προγραμματίζονται να γίνουν σύντομα , έτσι που οι επισκέπτες να γνωρίσουν τις ομορφιές που, απλόχερα, προσφέρει το αγαπημένο μας χωριό.
Πάρκο & Κρύα Βρύση
Η ιστορική Κρύα Βρύση του χωριού μας, βρίσκεται στη ρίζα ενός απότομου γκρεμού, στην ανατολική ακροποταμιά, κάτω από το παλιό χωριό. Μέχρι το 1950, ήταν η μοναδική βρύση και για τους ανθρώπους και για τα ζώα. Δεν υπάρχει χωριανός μας που να μην έχει αναμνήσεις- ως επί το πλείστων ευχάριστες αναμνήσεις- από την Κρύα Βρύση μας, που σκεπασμένη καθώς ήταν κάτω από τριμιθιές, λεύκες, καρυδιές κ.λ.π. γέμιζε το τοπίο με μια ευχάριστη δροσιά, και για τους ανθρώπους και για τα πουλιά, μέσα στην κάψα του Καλοκαιριού. Ήταν ουσιαστικά πηγή που την αξιοποιήσαν σε βρύση με γούρνα για να ποτίζουν τα ζώα τους. Η Κρύα Βρύση αποτελούσε την κύρια πηγή ύδρευσης μέχρι τη δημιουργία των κούγκρενων βρυσών.
H μεταφορά του νερού από τις βρύσες γινόταν με γαϊδούρια για όσων τα σπίτια ήταν σε μακρινή απόσταση από την πηγή. Αφού γέμιζαν τις κούζες με νερό τις τοποθετούσαν στα κοφινάρκα (φτιαγμένα από βέργες μερσινιάς) για να μην σπάζουν. Τα κοφινάρκα τοποθετούνταν σε σανίδια στερεωμένα δεξιά και αριστερά του γαϊδάρου. Για μικρότερες ποσότητες μετέφεραν νερό με τα χέρια χρησιμοποιώντας κούζες, κορίπες («κουκκουμάρα»), και τενεκέδες. Παράλληλα οι νοικοκυρές κατέβαιναν δίπλα από τον ποταμό, για να πλύνουν τα ρούχα πάνω σε μεγάλες πέτρες του ποταμού.
Μα κι όταν η πρόοδος και η τεχνολογία έβαλαν πια τα νερό μέσα στα σπίτια μας η Κρύα Βρύση δεν σταμάτησε να τραβά μικρούς και μεγάλους ,για να ξεκουραστούν και να γαληνέψουν, στη σκιά και στη δροσιά της.
Αυτή την Κρύα Βρύση μας, αποφάσισε το Κοινοτικό Συμβούλιο να την ανακαινίσει και να την εξωραΐσει κάνοντας ένα πάρκο και εντάσσοντας την στον χώρο. Παράλληλα, έργα εξωραϊσμού, έγιναν και για την κοίτη του μικρού ποταμού μας, και ξεκινούν από την περιοχή της βρύσης και φτάνουν μέχρι το γεφύρι που ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού, και το ανατολικό τμήμα του χωριού με το δυτικό.
Χλωρίδα της περιοχής
Δέντρα: κυρίαρχο είδος η τραχεία πεύκη, κατά μήκος του ποταμού Ατσά πλάτανοι, σκλέδροι, ευκάλυπτοι, λεύκες
Θάμνοι: λατζιά, μοσφιλιά, αγριοελιά, κοναρκά
Αγριολούλουδα: ηλιάνθεμο (χαμομήλι), ταξιανθία (μαντζουράνα), άγριος γλαδίολος (λάζαρος), αγκάθι, καππάριν, ανεμώνες- λαλές, μαζίν, τριφύλλι, ορχιδέα (αρωματική), αβρόσσιελλα, ξισταρκά- λαδανιά (λιλά), κρόκοι (μπλε, κόκκινος, κίτρινος), δάκρυα της Παναγιάς, λαψάνα- σινάπι, Αγριοματσικόριδα, άνθος αναθρήκας.
Χαρακτηριστικά γράφει ο Γαληνός τον 2ον αι μ.Χ: «…η κάππαρη είναι θάμνος που φυτρώνει πάρα πολλή στην Κύπρο… σαν προσφάγι και φάρμακο, κατάλληλη να ανοίξει την πεσμένη όρεξη… Τις τρυφερές άκρες και αυτού του φυτού τις τρώνε όπως εκείνες της τερμίνθου (τρεμιθιάς) κι όταν ακόμα είναι πράσινες τις βάζουν όπως κι εκείνες στη σαλαμούρα ή στο ξίδι» (Περί τροφών δυνάμεως 2.34)
Σημαντικά τα όσα γράφει ο Διόσκουρος τον 1ον αι μ.Χ για την ποιότητα του κυπριακού λάδανου (ξισταρκάς): «….. παράγεται μάλιστα από αυτόν το λεγόμενο λάδανο, όταν οι κατσίκες και οι τράγοι τρώνε τα φύλλα του, μαζεύουν τη λιπαρότητα των φύλλων του, επειδή αυτή κολλάει στα γένια τους και στους μηρούς τους κατά τρόπο εμφανή, καθώς είναι κολλώδης αυτή αφαιρώντας τη σουρώνουν και τη φυλάνε πλασμένη σαν ζυμάρι…»